Η κλασική ελληνική τραγωδία έχει τρεις πράξεις. Η πρώτη πράξη περιγράφει την κατάσταση. Αλλά μόνο στη δεύτερη ο μύθος φτάνει στην κορύφωσή του. Στη σημερινή Ελλάδα, η επιβολή ‘εθελοντικών’ ζημιών στους ιδιώτες πιστωτές της χώρας αντιπροσωπεύει απλά το τέλος της αρχής. Η πραγματική τραγωδία ακόμη περιμένει να ξεδιπλωθεί.
Σε πρώτη ματιά η εθελοντική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους μπορεί να μοιάζει με μεγάλη επιτυχία. Το ελληνικό δημόσιο χρέος περιορίστηκε κατά 100 δις ευρώ. Οι Ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας χορήγησαν στην ελληνική κυβέρνηση νέο δάνειο ύψους 130 δις ευρώ. Έτσι η Ελλάδα απέφυγε την κατάρρευση των τραπεζών της και μπόρεσε να συνεχίσει να πληρώνει τους δημόσιους υπαλλήλους.
Αλλά παρά τα βροντερά αυτά αποτελέσματα, η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σκληρή. Ακόμη και με το PSI, o λόγος του ελληνικού χρέους παραμένει στο 120% του ΑΕΠ του 2011. Με μια προβλεπόμενη ύφεση κατά 7% μέσα στο 2012 και τη χώρα να παραμένει σε έλλειμμα, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ θα ξεπεράσει φέτος το 130% προτού σταθεροποιηθεί – όπως ελπίζεται – στο 120% ως το 2020.
Αλλά και σε αυτά τα μειωμένα επίπεδα το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Με τον ελληνικό πληθυσμό να εκτιμάται ότι θα περιορίζεται κατά 0.5% ετησίως μέσα στα επόμενα 30 χρόνια, ακόμα και αν το κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων αυξάνονταν με τους γερμανικούς ρυθμούς ανάπτυξης του 1.5% ετησίως, η εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους είναι πάρα πολύ δύσκολη – αν όχι αδύνατη. Αν υποθέσουμε ότι η Ελλάδα μπορούσε να δανειστεί σε πραγματικό επιτόκιο μόνο 3% – ενώ σήμερα πληρώνει επιτόκιο 17% – η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να έχει κάθε χρόνο πρωτογενές πλεόνασμα – που δεν περιλαμβάνει δηλαδή το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους – της τάξης του 2.6% για τα επόμενα 30 χρόνια μόνο και μόνο για να κρατά το χρέος σταθερό.
Για να το δούμε αυτό σε μια ιστορική προοπτική, τα τελευταία 25 χρόνια η Ελλάδα είχε κατά μέσο όρο πρωτογενές έλλειμμα της τάξης του 2% ετησίως. Για να μειώσει το λόγο χρέους προς ΑΕΠ στο 70%, η Ελλάδα θα έπρεπε να διατηρεί μέσο πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 4% για τα επόμενα 30 χρόνια – επίπεδα που πέτυχε όμως μόνο 4 από τα τελευταία 25 χρόνια.
Αν η κατάσταση είναι τόσο δραματική, γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο πανηγύρισαν για την πρόσφατη συμφωνία; Για να το πούμε απλά, επειδή ο βασικός στόχος αυτών των πολυεθνικών οργανισμών ήταν να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις που θα είχε μια ελληνική χρεοκοπία στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Δεν ήταν δηλαδή η Ελλάδα η προτεραιότητά τους.
Αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, τα κατάφεραν. Η καθυστέρηση της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους επέτρεψε στους περισσότερους ιδιώτες πιστωτές να αποφύγουν τις συνέπειες του αστόχαστου δανεισμού τους προς την Ελλάδα. Περίπου το ήμισυ του εξωτερικού χρέους της Ελλάδας μεταφέρθηκε από τον ιδιωτικό τομέα στους επίσημους πιστωτές.
Αλλά η ομάδα των πιστωτών που ήθελαν κυρίως να βοηθήσουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ – οι ευρωπαϊκές τράπεζες – μόνο μερικώς περιόρισαν την έκθεσή τους στο ελληνικό χρέος. Από το Μάιο του 2010 ως τον Σεπτέμβριο του 2011, η αξία του ελληνικού χρέους που κατείχαν οι γαλλικές τράπεζες μειώθηκε κατά 39%, οι γερμανικές κατά 31% και οι ιταλικές κατά 30%. Η πτώση αυτή αντανακλά εν μέρει τη μείωση της αξίας των ελληνικών τίτλων στις αγορές – πράγμα που σημαίνει ότι οι τράπεζες έκαναν περιορισμένες πωλήσεις.
Με ποιο κόστος ελαχιστοποιήθηκαν οι ζημιές του ιδιωτικού τομέα; Αν η Ελλάδα είχε κηρύξει χρεοστάσιο το 2010 επιβάλλοντας στους ιδιώτες πιστωτές της το ίδιο ‘κούρεμα’ που επέβαλε πριν λίγες μέρες, η χώρα θα είχε περιορίσει το λόγο χρέους προς το ΑΕΠ της στο πολύ πιο διαχειρίσιμο επίπεδο του 80%. Και πάλι η αναδιάρθρωση θα είχε κόστος για την Ελλάδα αλλά η χώρα θα είχε τουλάχιστον γλιτώσει μια σωρευτική ύφεση της τάξης του 15% μέσα σε δυο χρόνια και την αύξηση της ανεργίας στο 22%.
Το πιο σημαντικό ωστόσο είναι πως ένα χρεοστάσιο το 2010 θα άφηνε σημαντικά περιθώρια για προσαρμογή. Υπό το παρόν σχέδιο η Ελλάδα δεν έχει κανένα περιθώριο για προσαρμογή: αν η οικονομία της δεν ανακάμψει σύντομα, θα χρειαστεί περαιτέρω βοήθεια. Αλλά πού θα την αναζητήσει από τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους έχει μεταβιβασθεί πλέον στον επίσημο τομέα που παραδοσιακά δεν δέχεται κανένα ‘κούρεμα’ των απαιτήσεών του; Και που ό,τι απέμεινε πλέον ως ελληνικό χρέος μετά το PSI υπόκειται στο αγγλικό δίκαιο, άρα είναι εκτός του ελέγχου της ελληνικής κυβέρνησης;
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα εξάντλησε όλες τις δυνατότητές της να μοιραστεί το χρέος της με τον ιδιωτικό τομέα. Την ερχόμενη φορά θα κληθούν να πληρώσουν οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι.
Η δεύτερη πράξη της ελληνικής τραγωδίας θα φέρει τους απελπισμένους Έλληνες ενάντια στους εξοργισμένους και απογοητευμένους Ευρωπαίους. Μόνο η κορύφωση του δράματος θα μας δείξει αν η προσπάθεια της ευρωπαϊκής ηγεσίας να καθυστερήσει το αναπόφευκτο θα υπονομεύσει την ιδέα της Ευρώπης για την παρούσα γενιά.
Σε πρώτη ματιά η εθελοντική αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους μπορεί να μοιάζει με μεγάλη επιτυχία. Το ελληνικό δημόσιο χρέος περιορίστηκε κατά 100 δις ευρώ. Οι Ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας χορήγησαν στην ελληνική κυβέρνηση νέο δάνειο ύψους 130 δις ευρώ. Έτσι η Ελλάδα απέφυγε την κατάρρευση των τραπεζών της και μπόρεσε να συνεχίσει να πληρώνει τους δημόσιους υπαλλήλους.
Αλλά παρά τα βροντερά αυτά αποτελέσματα, η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σκληρή. Ακόμη και με το PSI, o λόγος του ελληνικού χρέους παραμένει στο 120% του ΑΕΠ του 2011. Με μια προβλεπόμενη ύφεση κατά 7% μέσα στο 2012 και τη χώρα να παραμένει σε έλλειμμα, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ θα ξεπεράσει φέτος το 130% προτού σταθεροποιηθεί – όπως ελπίζεται – στο 120% ως το 2020.
Αλλά και σε αυτά τα μειωμένα επίπεδα το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο. Με τον ελληνικό πληθυσμό να εκτιμάται ότι θα περιορίζεται κατά 0.5% ετησίως μέσα στα επόμενα 30 χρόνια, ακόμα και αν το κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων αυξάνονταν με τους γερμανικούς ρυθμούς ανάπτυξης του 1.5% ετησίως, η εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους είναι πάρα πολύ δύσκολη – αν όχι αδύνατη. Αν υποθέσουμε ότι η Ελλάδα μπορούσε να δανειστεί σε πραγματικό επιτόκιο μόνο 3% – ενώ σήμερα πληρώνει επιτόκιο 17% – η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να έχει κάθε χρόνο πρωτογενές πλεόνασμα – που δεν περιλαμβάνει δηλαδή το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους – της τάξης του 2.6% για τα επόμενα 30 χρόνια μόνο και μόνο για να κρατά το χρέος σταθερό.
Για να το δούμε αυτό σε μια ιστορική προοπτική, τα τελευταία 25 χρόνια η Ελλάδα είχε κατά μέσο όρο πρωτογενές έλλειμμα της τάξης του 2% ετησίως. Για να μειώσει το λόγο χρέους προς ΑΕΠ στο 70%, η Ελλάδα θα έπρεπε να διατηρεί μέσο πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 4% για τα επόμενα 30 χρόνια – επίπεδα που πέτυχε όμως μόνο 4 από τα τελευταία 25 χρόνια.
Αν η κατάσταση είναι τόσο δραματική, γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο πανηγύρισαν για την πρόσφατη συμφωνία; Για να το πούμε απλά, επειδή ο βασικός στόχος αυτών των πολυεθνικών οργανισμών ήταν να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις που θα είχε μια ελληνική χρεοκοπία στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Δεν ήταν δηλαδή η Ελλάδα η προτεραιότητά τους.
Αν κρίνουμε από τις αντιδράσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, τα κατάφεραν. Η καθυστέρηση της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους επέτρεψε στους περισσότερους ιδιώτες πιστωτές να αποφύγουν τις συνέπειες του αστόχαστου δανεισμού τους προς την Ελλάδα. Περίπου το ήμισυ του εξωτερικού χρέους της Ελλάδας μεταφέρθηκε από τον ιδιωτικό τομέα στους επίσημους πιστωτές.
Αλλά η ομάδα των πιστωτών που ήθελαν κυρίως να βοηθήσουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ – οι ευρωπαϊκές τράπεζες – μόνο μερικώς περιόρισαν την έκθεσή τους στο ελληνικό χρέος. Από το Μάιο του 2010 ως τον Σεπτέμβριο του 2011, η αξία του ελληνικού χρέους που κατείχαν οι γαλλικές τράπεζες μειώθηκε κατά 39%, οι γερμανικές κατά 31% και οι ιταλικές κατά 30%. Η πτώση αυτή αντανακλά εν μέρει τη μείωση της αξίας των ελληνικών τίτλων στις αγορές – πράγμα που σημαίνει ότι οι τράπεζες έκαναν περιορισμένες πωλήσεις.
Με ποιο κόστος ελαχιστοποιήθηκαν οι ζημιές του ιδιωτικού τομέα; Αν η Ελλάδα είχε κηρύξει χρεοστάσιο το 2010 επιβάλλοντας στους ιδιώτες πιστωτές της το ίδιο ‘κούρεμα’ που επέβαλε πριν λίγες μέρες, η χώρα θα είχε περιορίσει το λόγο χρέους προς το ΑΕΠ της στο πολύ πιο διαχειρίσιμο επίπεδο του 80%. Και πάλι η αναδιάρθρωση θα είχε κόστος για την Ελλάδα αλλά η χώρα θα είχε τουλάχιστον γλιτώσει μια σωρευτική ύφεση της τάξης του 15% μέσα σε δυο χρόνια και την αύξηση της ανεργίας στο 22%.
Το πιο σημαντικό ωστόσο είναι πως ένα χρεοστάσιο το 2010 θα άφηνε σημαντικά περιθώρια για προσαρμογή. Υπό το παρόν σχέδιο η Ελλάδα δεν έχει κανένα περιθώριο για προσαρμογή: αν η οικονομία της δεν ανακάμψει σύντομα, θα χρειαστεί περαιτέρω βοήθεια. Αλλά πού θα την αναζητήσει από τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους έχει μεταβιβασθεί πλέον στον επίσημο τομέα που παραδοσιακά δεν δέχεται κανένα ‘κούρεμα’ των απαιτήσεών του; Και που ό,τι απέμεινε πλέον ως ελληνικό χρέος μετά το PSI υπόκειται στο αγγλικό δίκαιο, άρα είναι εκτός του ελέγχου της ελληνικής κυβέρνησης;
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα εξάντλησε όλες τις δυνατότητές της να μοιραστεί το χρέος της με τον ιδιωτικό τομέα. Την ερχόμενη φορά θα κληθούν να πληρώσουν οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι.
Η δεύτερη πράξη της ελληνικής τραγωδίας θα φέρει τους απελπισμένους Έλληνες ενάντια στους εξοργισμένους και απογοητευμένους Ευρωπαίους. Μόνο η κορύφωση του δράματος θα μας δείξει αν η προσπάθεια της ευρωπαϊκής ηγεσίας να καθυστερήσει το αναπόφευκτο θα υπονομεύσει την ιδέα της Ευρώπης για την παρούσα γενιά.